6 Ιουνίου 2017

Όνομα......Σταύρος Γκιργκένης

Δεν το περίμενες πως τελικά θα ερχόταν και σ’ εσένα η θάλασσα;

Κοιτάς επίμονα των γλάρων το αμίλητο φτερούγισμα
και περιμένεις πως θ' ακούσεις το χαμένο σου όνομα.
Δικό σου ήτανε ή κάποιου άλλου;
Τι σημασία έχει εδώ,
όπου θολώνουνε τα όρια και σβήνει η μορφή μ’ αφρούς,
εναγκαλίζεται τους βράχους κι αφήνεται στ’ ατέρμονο τρικύμισμα,
μία ρυτίδα χρόνου στο λειασμένο της ανυπαρξίας πρόσωπο.

Κοιτάς σε βάθος το είναι σου και προσκαλείς το παρελθόν,
αν και γνωρίζεις πως εκείνο είναι ήδη εξαντλημένο
σε λέξεις, σε περιπαθείς προτάσεις που έσπασαν στα βράχια
και θρυμματίστηκαν σε συλλαβές, σε ήχους ανερμάτιστους.
Άλλωστε τι άλλο είναι οι στιγμές οι περασμένες,
αν όχι χρόνος ξοδεμένος στη δημιουργία ενός μέλλοντος
που όταν ήρθε τελικά το απέρριψες;
Άλλος είναι αυτός που ξεκινά και άλλος αυτός που τελειώνει το ταξίδι σου.

Κι εσύ μένεις να ιχνηλατείς πορείες που ποτέ δεν πήρες
ή πορείες που πήρες, αλλά έχασες το δρόμο σου,
ονόματα λησμονημένα σε μια διαδρομή φωνών,
διερευνώντας δήθεν με γνώση τον λαβύρινθο,
πηγαίνοντας από άνθρωπο σε άνθρωπο,
από τη στίξη στην αντίστιξη,
από όρθρο λύπης σ’ εσπερινό χαράς,
απ' τη δροσιά του πρωινού στην παγωνιά της νύχτας,
ψάχνοντας το χαμένο σου μισό,
την ποθητή, ιδανική σου όψη στον απέναντι καθρέφτη,
μια όψη που η μοίρα δεν την χάραξε ποτέ στο σώμα άλλου ανθρώπου,
αλλάζοντας το Εγώ σε Εσύ και το Εσύ σ’ Εγώ,
αλχημιστής που ξέχασε τη μυστική του τέχνη.
Ξέρεις, σ’ αυτόν τον κόσμο δεν ξεχνάς μονάχα εσύ, 
ξεχνούν και οι άλλοι.
Ακόμη κι αν σε ψάχνουνε απελπισμένα
μες στις ρωγμές και στα ορύγματα που κρύβεσαι.
Κάθε περιπλανώμενος ερημίτης αναζητά τον άλλο ερημίτη,
να σβήσουνε τη μοναξιά με μοναξιά.

Κι εσύ στο ακρογιάλι περιμένεις να ’ρθει το χαμένο σου όνομα.
Δικό σου ή κάποιου άλλου.
Τι σημασία έχει πια, σαν σμίγουν οι φωνές 
για ν’ ακυρώσουν τον ίδιο τον αντίλαλό τους;
Τι άλλο είναι η σιωπή από σκέψεις που δεν ακούν η μια την άλλη,
μα συνεχίζουν να συμπορεύονται άσκοπα;
Εδώ στο χείλος της στεριάς και του νερού προσμένεις
μήπως και ακουστεί μια τελευταία φορά το χαμένο σου όνομα.
Ώσπου να έρθει να σε βρει το κύμα.
Ώσπου να σ’ αγκαλιάσει το νερό σ' όλη τη δόξα των ονείρων του,
σ΄ όλο το μεγαλείο της πληρότητας και του κενού,
με όλα τα χαμένα ονόματα μα και με τ' όνομα του τίποτα.
Μόνο τα ύδατα κρατούν το λόγο τους ασάλευτο μες στο τρικύμισμα.
Καλά, δεν το περίμενες πως τελικά θα ερχόταν και σ’ εσένα η θάλασσα;  

''πεθυμιές''...της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Ζωγράφος: Monica Carretero
 Πιότερο απ' όλα που πεθύμησα σ' εκείνα του Καλοκαιριού..είν' η ξυπολησιά μου...σαν το μελίσσι που σε πανηγύρι γύρης χύνεται.. μικρά παιδιά και νέοι και γέροι..ο καθένας να γευτεί..λίγο για να ''φορέσει'' Καλοκαίρι..να ζεσταθούν τα δάχτυλα απ' το καυτό το χώμα..να νιώσουνε την κάψα του..πριν έρθουν και προλάβουνε οι αέρηδες οι δυνατοί..τ' Αυγούστου τα μελτέμια..με βήματα να οδηγήσουνε στου Φθινοπώρου τις βροχές και τα ''χρυσά'' τα φύλλα...

Ένα πανηγύρι αλλιώτικο..ο ήλιος είν' στα κέφια του..εκείνα τα μεγάλα..Βιβλίο της μνήμης μου ''χρυσόδετο'' ..γεμάτο χρώματα παλέτας είν' Καλοκαιριού....το πράσινο των κάμπων του μικρού χωριού.. μα και το μπλε της θάλασσας που ήταν η κρυφή λαχτάρα μας και το ''γευόμασταν'' όχι τόσο συχνά..μα αληθινά..γεμάτο ζαβολιές ... παιχνίδια του νερού..δροσιές και στάλες του κορμιού..
Στης << ευτοπίας>> μου το καταφύγιο αδιάκοπα..αδιάλειπτα ..θαμώνας επιστρέφοντας να γίνομαι ποθώ...οι πεθυμιές.. καράβια με πανιά αβούλιαχτα..μες στου μυαλού τις θάλασσες στο χρόνο παραμένουν...

πεθυμιές - Σοφία Θεοδοσιάδη.
...............................................................................................................

5 Ιουνίου 2017

στους κήπους....Της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

 Σαν ζηλωτής του κήπου της Εδέμ..τους μυθικούς μου κήπους ''φύτεψα''..να μπαίνω εκεί ανάσες ..να μυρίζομαι..ψυχές μες στη λουλουδιασμένη τους σιωπή να αφουγκράζομαι..να χάνομαι μες στα παρτέρια τους..να προκαλώ τ' αηδόνια..τα πουλιά..να κλέβω απ' τη λαλιά τους..να μ' αγαπούν και να με παίρνουνε..μαζί στο  ελπιδοφόρο πέταγμά τους...από την ομορφιά τους να μαγεύομαι.. χορό η ψυχή μου ν' αρχινάει..

Δυο κήπους όμορφους εφύτεψα ..ο σκηνοθέτης μιας ζωής..που απ' τα μικράτα του τις έκοψε με την πεζότητα τις διπλωματικές του σχέσεις..να ''βγαίνω''..να τους ποτίζω για να ανθούν..να τους κλαδεύω σαν θα χρειασθεί..άνθια.. καρπούς..βελούδινα τριαντάφυλλα και μεταξένια γιασεμιά..της ομορφιάς συλλέκτης.. 

Έρχονταν μήνες κι εποχές..το γοερό το κλάμα επότιζε..εστέκονταν ..μια υδροφόρος νέα και καθαρτική..για την καμένη γη των κήπων μου..μεταναστεύοντας..μεταφυτεύοντας σε νέες ''αποικίες'' της ψυχής μου....Έμαθα..δε σεργιανώ.. σε ξένα περιβόλια με λεβάντες και βασιλικούς και δυόσμους να μαζεύω.. Φυτεύω μες στον κήπο μου..ποτίζω καθαρό νερό..ξεβοτανίζω και μυρίζω ευωδία  αληθινή ..κι έπειτα στης ψυχής μου τα αρώματα κλείνω ερμητικά.. σε κείνο το συρτάρι το ζωγραφιστό..με σμάλτο στολισμένο..τρέχω ..τ' αποθηκεύω..

Μετρώντας.. θαρρούν οι φίλοι μου αλλόκοτα πως σκέφτομαι..που στα γρανάζια τους δεν μπαίνω..Πίσω απ' τα χαμηλά φώτα του ''κήπου'' μου μ' αρέσει να δημιουργώ..και με το φως της μέρας τα ανθισμένα μου ''παρτέρια'' ν' αγναντεύω..Μου μήνυσαν πως είναι λέει ασύμφορο..και πως κανείς δε θα γνωρίζει πίσω από το φράχτη μου τι λούλουδα φυτεύω..είν' βιαστικοί οι περαστικοί.. και που να ψάχνουνε και το συρτάρι το κρυμένο...

Φορούν καπέλα με φτερά..με γείσο που το βλέμα το κονταίνει.. φορούνε και λουστρίνια πέδιλα..μα είναι ανυποψίαστοι ..πως τα ''λουστρίνια '' τους συχνά..είναι παπούτσια  γλυστερά..Αγαπάνε οι άνθρωποι απ' την αρχή.. το ..που γυαλίζει αυτό..και λαμπερό φαντάζει..μα μένει εκεί ξεσκέπαστο..αν με του λόγου του πνευματικού..φόρεμα δεν κατόρθωσε ..τη γύμνια του κορμιού του να σκεπάσει...και.. σαν αγκάθια κάθε που φυτρώνουνε στον κήπο της καρδιάς..ραντίζω τα με της αγάπης μου το φάρμακο..μήπως και μαραθούνε..να μείνει το παρτέρι της ψυχής..στ' άνθια παραδομένο.

 στους κήπους- Σοφία Θεοδοσιάδη
...............................................................................................................

3 Ιουνίου 2017

ΤΑΚΗς ΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟς- Γοργόνα...

Ξαπλώνει ανάσκελα
πάνω σε λαμπερά φύλλα
με ξεβρασμένα φύκια
ζωγραφίζει διαδρομές.
Λιάζεται αμέριμνη στο βράχο
ξέπλεκα τα μαλλιά της
σαν χρυσαφένια μέδουσα
χορεύουν χείλη, κυματίζουνε χαμόγελα
κρατάει την άκρη της κλωστής στα δόντια της.
Μαγεύει τις φωνές των κυμάτων
ανοίγει την αγκαλιά της
ξυπνάει τα βότσαλα
τρυπώνει στ’ απροστάτευτο νησί μου
μ’ άσπρο κοχύλι την καρδιά μου σκίζει.
Το βλέμμα της σκεπάζει την ορμή μου
κάθε σταγόνα της κυλάει, ξεχειλίζει
σφουγγάρι απλώνει ως και των ποδιών τα δάχτυλα
καταποντίζομαι χωρίς αναπνευστήρα.
Μικρά ψαράκια κολυμπάν στα φρύδια ανάμεσα
με τα μαλλιά της τυλιγμένα στο λαιμό μου
γεύση αλήθειας γυαλισμένης στην ανάσα της
σκιά σελήνης, όπως μου έμαθε τον ήλιο
.............................................................................................................................................................

1 Ιουνίου 2017

"Ο ίδιος εαυτός"...Eλευθερία Θεοδώρου.

Σαν ετερόφωτος αστέρας
άνθρωπε εσύ...
Αυτονομείσαι
με δάνεια φωτός από τον ήλιο
και προσωπεία
ντύνεσαι τη δύστυχη ζωή σου ...
Σκευοποιοί σφυρηλατούν
το εκμαγείο της ψυχής σου
και χειριστής δεινός και ηθοποιός
άνθρωπε εσύ...
σαν τραγική φιγούρα
θα εμφυσήσεις την πνοή
στην ίδια σου την ύλη
σε μασκαράτα
ψευδαισθήσεων μιας ευτυχίας.
Μαύρη μουντζούρα
αποσιωπά στερεότυπα
απωθημένες επιθυμίες
και κώδικες κοινωνικούς.
Το οχυρό σου;;;
Μάσκα, περσόνα, προσωπείο..
Το κίνητρο σου;;;
Ο ίδιος ο άλλος εαυτός σου...
Φερέφωνο και καλύπτρα ψυχής
συγκαλυμμένοι δράστες
σε παραπέτασμα υποκρισίας...
Άνθρωπε...
Λεηλάτησε τη μάσκα σου
γδύσου το άχρωμο μαύρο
της σιωπής σου
κάψε το κέρινο ομοίωμα σου
και παραδώσου άνευ όρων
στην αυθεντία της γύμνιας
της ζωής σου .
Άνθρωπε...
Γίνε αυτός και όχι ο άλλος
μα ο ίδιος ο εαυτός σου...

"Ο ίδιος εαυτός" - Ελευθερία Θεοδώρου
............................................................................................................

Αφορμή για μένα στάθηκε μια ανάρτηση του κ. Τάκη Χρονόπουλου για την ποίηση στο διαδίκτυο και συγκεκριμένα:
<< ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ''ΔΙΑΚΟΙΝΩΝΙΚΟ'' ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ >>..ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο..πέρα για πέρα αληθινό και με βρίσκει σύμφωνη βεβαίως..Προβληματίστηκα..ήμουν ήδη προβληματισμένη από καιρό..μα πάλι σκέφτηκα ...πως μέσα σε όλο αυτό τον ορυμαγδό..μέσα σ' αυτό το βομβαρδισμό των όλων που αυτοχρίζονται ποιητές..υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι..που μας δίνουν αληθινά μαργαριτάρια...

Και ναι..σήμερα έπεσε εδώ μέσα στην αντίληψή μου αυτό το εξαιρετικά βαθύ ποίημα της κ. Ελευθερίας Θεοδώρου που σας αναρτώ...και είναι τιμή μου να υπάρχει στο  Άρωμα Σοφίας... Λόγος υπέροχος.. νοήματα μεστά...Κι ανάτρεξα στη σελίδα και του κ. Χρονόπουλου για να διαβάσω όλο το άρθρο..και κατόπιν διάβασα δυο δικά του εξαιρετικά ποιήματα.. και είπα στον εαυτό μου ..πως για κάποια λίγα εξαιρετικά γραπτά .. αξίζει τον κόπο να σερφάρει κανείς.. εδώ στα νερά του διαδικτύου ..Βεβαίως το να γράφει κανείς μαθαίνεται εύκολα..μα το να μάθει κανείς  ανάγνωση σωστή είναι δυσκολότερο..πιστέψτε με..χρόνια πάλευα να μάθω στα παιδιά σωστή ανάγνωση..Θέλει ηρεμία  και χρόνο...
η φίλη σας Σοφία..
..............................................................................................................

σου πλέκω ψάθινο καπέλο.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

  Αδράχτι ο χρόνος που κλωθογυρνάει..κλωστές κι ονείρατα να γνέθει..κλωστές πα σε ανέμες πότε γκρίζες..άλλοτες λευκές .. χρωματιστές να βάφονται..υφάδια αργαλειού ζωής.. να ανοίγουν δρόμους.. μοναχά μπροστά για να κοιτάνε..δε σου γυρίζει πίσω ό,τι έγνεσε..μορτάκι αλήτικο..τρέχει και τρέχει να προλάβει....

Κι εμείς σε μια πορεία αέναη..το νήμα ακολουθούμε.. και..
ανάμεσα κρατώντας την κλωστή.. ανέμες ξετυλίγοντας..
 μπροστά σε μια αλήθεια..που χρόνια τώρα παραμόνευε και άξαφνα...καθώς το πλήρωμα του χρόνου την  καλούσε..''εσκασε βόμβα'' ίσως και όχι απρόσμενη.. μπροστά μου και μπροστά σας...μα..Καλοκαίρι πάλι έφτασε..τι ανυπόμονες που μοιάζουνε κι αυτές οι εποχές !!!

 Κι έρχεσαι εσύ  και μου μιλάς για ξωτικά νησιά..κι εγώ μιλάω ''παλιομοδίτικα'' και σ' εξοχές μου γνώριμες σε στέλνω..
Φοράς φουστάνια πλουμιστά.. καπέλα με λοφίο..κι έρχομαι εγώ και σου μιλώ για το φουστάνι εκείνο το λουλουδιαστό από τσίτι καμωμένο.. Όσο σου πλέκω ψάθινο καπέλο εγώ.. κορδέλα να 'χει θαλασσί κι ένα άσπρο περιστέρι..να μοιάζεις με τα κύματα.. στις ανταύγειες του Αιγαίου..να μη φοβάσαι τη χαρά..να σε ''γεμίζουν τα φτωχά'' ..κι ας μοιάζουν.......

γι αυτό σου λέω τραγουδιστά έλα στη βάρκα μας
 εκεί όπου της νιότης μας οι ''εκδρομές''..δεν πάψανε στιγμή για να μας τυραννάνε..με της ψυχής μας τα πανιά.. στα πέλαγα τα καταγάλανα παρέα με τους γλάρους ν' ανοιχτούμε..να μας ''χτυπήσουν'' οι αέρηδες οι καλοκαιρινοί.. ν' ανάψουμε ξανά φωτιές..να αυθαιρετήσουμε και πάλι απ' την αρχή..τη μοίρας τα κιτάπια μήπως αλλάξουν ρότα και χαθούνε....

σου πλέκω ψάθινο καπέλο..- Σοφία Θεοδοσιάδη 
..............................................................................................................

 

31 Μαΐου 2017

''άλογο κούρσας'' o καθείς..- της Σοφίας Θεοδοσιάδη

Άλογο κούρσας μου 'λεγες..άτι λευκό και γρήγορο να γίνεις στη ζωή σου..ποιός ξέρει άραγε αν αντεξα..καθώς κρύος ιδρώτας μ' έλουζε στις ανηφόρες με τα γκέμια μου σφιχτά..ανάβαση κοιτούσα για να κάνω.. αν το κατόρθωσα..να γίνω ένα τέτοιο..μα και να παραμείνω..να σταθώ ..πολλά τα  κακοτράχαλα σοκάκια της ζωής..

 Ήμουνα νια ..αθώα και απροετοίμαστη..δεν είχα κάνει διόλου μια ''προπόνηση'' δεν είχα ιδέα από ''ιππασία'' απ' τα μικράτα μου..δεν ήμουν δα κι από μεγάλο τζάκι και γενιά..Μα έβλεπα τα άλογα στο φτωχικό το σταύλο σου πατέρα μου..κι ολημερίς μου έρχονταν ιδέες στο μυαλό μου..

Καβάλαγα φαντάζομουν εκείνη τη φοράδα τη λευκή..κι έτρεχα μες στους κάμπους σαν αγρίμι που ζητάει..να βρει..και να γνωρίσει εκειά τα σύνορα..να δει μέχρι που φτάνει ο ορίζοντας .. άλλα λημέρια να γνωρίσω..ανθρώπους να 'βρω μες σε μαγαζάκια του καφέ..γνώση για ν' αποχτήσω...δεν μου εφτάναν τα σχολειά.. ..γιατί όλο το παιχνίδι επαιζότανε μου έλεγες.. μέσα στα ''καφενεία''  της ζωής ..τα φτωχικά τα μαγαζάκια ήταν σχολειά..κάνανε πρακτική εξάσκηση στο νου..στη λογική τ' ανθρώπου... Μου  έδειξες.. μου έμαθες να καβαλάω το άλογο και να τραβάω τα γκέμια..μα είχε ''κουρσάρους'' τούτη η ζωή και καουμπόυ κρυμένους.. 

Προσπάθησα..είχα όπλο μου τα λόγια σου πατέρα μου με το θλιμμένο σου χαμόγελο.. που πάντα σε συνόδευε..γιατί νωρίς - νωρίς.. από μικρός ''σπουδασες'' τη ζωή.. Λιγόψυχοι και ''ανοργασμικοί'' σε μια παλέτα.. που σκιών ζωές να συμβολίζει.. άντρες..γυναίκες ελλειπείς..πολίτες έρμαια πάντα των ανικανοποίητων παθών τους..δρόμους ακολουθώντας όχι ευθείς..στήνανε φράγματα ..άλογα κούρσας δεν τα άντεχαν ποτές..δεν το αντέχαν στον τερματισμό..να βλέπουνε να κόβουν την κορδέλλα..Άλογο κούρσας..όπως ο καθείς..πέφτω..σηκώνομαι μπρος στ' αναχώματα..που ανεπαρκείς μας στήνουν......

''άλογο κούρσας'' -  Σοφία Θεοδοσιάδη...
..............................................................................................................

30 Μαΐου 2017

Πόσο σ' αγαπώ, πουλάκι του δρόμου......

Έλα να σου δείξω τις τριανταφυλλιές
τα πράσινα, τα κόκκινα, τα σπίτια, τις αυλές.


Πόσο σ' αγαπώ, πουλάκι του δρόμου,
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ
Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ.


Έλα να σου μάθω, πως είναι το φιλί,
σαν κόκκινο τριαντάφυλλο και σαν ανατολή


Πόσο σ' αγαπώ, πουλάκι του δρόμου,
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ.

 Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ.


Έλα να σου δείξω το στάχυ το ξανθό
τ' αστέρια που σωπαίνουνε για ν' αποκοιμηθώ

Πόσο σ' αγαπώ, πουλάκι του δρόμου,
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ
Έλα να σου πω αγόρι γλυκό μου
πόσο σ' αγαπώ, πόσο σ' αγαπώ.


 Στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος
Μουσική: Μάνος Λοΐζος

..............................................................................................................

γλυκές αναδρομές....
Τότε που οι εμπνευσμένες παρέες γράφανε μουσική ιστορία..
ήταν στα 1972..θυμάμαι στα σκαλιά στο Λύκειο Φιλοθέης ..ένα σχολειό Δημοτικό που δούλευα.....κοριτσάκι εγώ..και Μάνος Λοϊζος και Φωτόπουλος..ο διευθυντής μου...κουβεντούλες όμορφες..δημιουργικές..λαξεύματα ψυχής..κι εγώ να προσπαθώ να δώσω τα ''φώτα'' μου στα παιδάκια της Α' Δημοτικού...με μαθήτρια τη μικρή Μυρσίνη...κι ο θαυμασμός μου γλυκός και τρυφερός στους δημιουργούς...ήχοι του χτες..στ' αυτιά μου και μέσα μου.....ορχηστρικά..ακκορντεόν και πιάνο...για σας.......
η φίλη σας Σοφία...
..............................................................................................................

29 Μαΐου 2017

νόστος..αγάπης νόστος.. - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Κι εγώ ν' αναζητώ τ' απόβραδα.. εκείνα της μαγείας της ψυχής..και να τα συναντώ..μονάχα πέρα από τα σύννεφα..εκεί όπου εχάθης.. Δεν έχει πια τη δύναμη κανείς..κανείς δεν βρήκε το κλειδί..την πόρτα της καρδιάς μου να ανοίξει..Θυμώνω ώρες - ώρες μαζί σου και τα βάζω δυνατά..λέω να μαζέψω ό,τι άφησα στη θέση τους .. από τα πράγματά σου..Εκείνο το ρολόι της τσέπης σου..που το σταμάτησα την ώρα του φευγιού σου...το κεχριμπαρένιο κομπολόγι σου..που εκουβάλησε ο πατέρας σου..απ' της πατρίδας σου τα μέρη..εκεί απ' τα βάθη του Βορρά.. της Οδησσός τα αλώνια.. 

Μα μετανιώνω στη στιγμή.. μονολογώ και λέω: Ευλογημένοι απ' το Θεό..όσοι εγεύτηκαν και ''μονορούφι'' ήπιαν τη μαγεία της ζωής..κρατώντας σου το χέρι...έστω και μια φορά..Πώς να ανταλλάξω μες σε μια στιγμή..πως να κατέβω από το πιο ψηλό σκαλί..στο τελευταίο μίας πίστας ''λαϊκής'' να τραγουδήσω ? Χαμογελώ..και δε θυμώνω πια..που εξέχναγες όπου προλάβαινες κλειδιά..γυαλιά.. ακόμα και ανθρώπους..ήταν που μου λεγες πως τάχατες..δεν αναλώνεσαι στα τετριμένα..στα απλά....

Κι εγώ ..που ήξερα..κι εγώ που καταλάβαινα..ο χρόνος καθώς πέρναγε..και μέτραγε ''αντίστροφα'' για σε..εχαμογέλαγα μαζί σου και εγώ..πως συνενούσα έλεγα..κι είχαμε έναν κώδικα σιωπής.. παραδοχής..δίχως μια λέξη να ειπωθεί..για την αφηρημάδα σου αυτή..που την καθημερινότητα δυσκόλευε..μα επορεύοσουν καλέ μου εσύ..γιατί πολύ σε αγαπούσανε οι ανθρώποι οι δικοί σου..Έπαψε να με νοιάζει πια από καιρό..ούτε που ακούω τις ανίαρες και ''φλύαρες'' σειρήνες..που τάχα λέν' πως είμαι αθεράπευτα ρομαντική..και μένω ώρες- ώρες ''κολλημένη'' στα παλιά...Μα τα παλιά κρασιά και τα αρώματα είναι τα ''ακριβά''..κι όποιος δεν ήπιε μια φορά και δεν τα φόρεσε..έχασε και την ''αίσθηση'' αυτή των αρωμάτων..μέθη λαγνείας μέσα μας τα ''δυνατά'' κρασιά...

Έρχονται βράδια και φορές και δειλινά..που χω ''φτερά'' στα πόδια μου σε σένα να πετάξω..Ψάχνω..και ψάχνω..στης ομίχλης και της καταχνιάς των σύννεφων..και στης ομίχλης των καιρών..εκείνη τη μορφή να αναγνωρίσω..και να βρω..μορφή να μεταλλάσσεται.. χίλιες μορφές να παίρνει..και το χαμόγελό σου να γεννά..Νόστος χωρίς επιστροφή..νόστος γλυκός και ακατόρθωτος.. νόστος γλυκό σαν βύσσινο του κουταλιού της μάνας μου..μα πάντα ένας νόστος.. αληθινής ''αγάπης'' νόστος παραμένεις..και αν πολλές αγάπες ήρθανε..μου συστηθήκανε για αγνές..είναι η δική σου που ''ξεχώρησα''.. γιατί κάθε που κίναγα να ''μυριστώ και να μυρίσω'' ..καινούριο άρωμα να το φορέσω και να φορεθώ.. έρχονταν υποδόρεια η δική σου η υφή.. με χάϊδευε απαλά. ..να μου θυμίσει στη ζωή.. καθώς νοθεία έπεσε πολύ..ακριβά πολύ τα υλικά τα ατόφια.. Η θύμησή σου μου εψέλλιζε πως των ερώτων της συνήθειας..δεν ήμουν θιασώτης.. γι αυτό έχω το δικαίωμα να σου μιλώ για ''νόστο''.......

μα...στο θεατράκι της ζωής..δεν παγιδεύτηκα ανάμεσα στο μαύρο και στο άσπρο..διάλεξα χρώματα ζωής στο ομολογώ..όσο κι αν μου ''θυμώσεις''..είναι βαθιά η επιθυμία μου να ζωγραφίσω όσο ζω..γυρίζοντας προκλητικά την πλάτη μου στο χρόνο..την τρικυμία που 'χω μέσα μου μήπως και την κοπάσω...είναι ''πλανευτικά'' τα χρώματα και οι ήχοι της ''σειρήνας'' της ζωής...

νόστος..αγάπης νόστος - Σοφία Θεοδοσιάδη.
..............................................................................................................

σκέψεις για τη ''Μελισσάνθη'' - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.


Πως ν' αρνηθείς τις στάλες της βροχής..που μούσκευαν ερήμην σου το φόρεμα εκείνο..που το άπλωνες κάθε φορά λιακάδα να γευτεί..ανυποψίαστη πως είχαν μαζευτεί τα σύννεφα και ξέσπαγαν αθόρυβα..και ύπουλα.. στάλα τη στάλα να σε ξεγελάσουνε..πως τάχα εσύ απλά θα δροσιστείς..δε θα βραχείς κατάσαρκα..μα αθώα εσύ δεν το φαντάστηκες..δεν ήθελες..δεν άντεχες.. πως...η εποχή της Μελισσάνθης  τέλειωσε..άπλωνες στα σχοινιά τα ρούχα  να στεγνώσεις...

Ερχότανε απροσκάλεστα τα σύννεφα..να σου θυμίσουνε τα λόγια τους..μα είχες πάψει από καιρό..δεν ήξερες..δεν καταλάβαινες.. ξέχασες τη γραφή και την ανάγνωση.. που αυτά μαζί τους κουβαλούσαν..Μοιάζαν βρεγμένα ρούχα πα στο λιακωτό τα ρούχα σου στο σύρμα απλωμένα..μα κουβαλούσες πα στα γκρίζα σου μαλλιά..λουλούδια λες και γίνονταν..οι χαμένες μας που μοιάζανε επιθυμιές κι ελπίδες...

 σκέψεις για τη ''Μελισσάνθη'' - Σοφία Θεοδοσιάδη..
..............................................................................................................

.............................................................................................................