10 Φεβρουαρίου 2017

ζηλεύω της..της αμυγδαλιάς... της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Πέρα από το μύθο της που την ακολουθεί..για τη Φυλλίδα και τον Δημοφώντα.. που ερωτεύτηκαν παράφορα ..σφοδρά..και η προσμονή για τον απελπισμένο της τον έρωτα μοιραία την οδήγησε στο θάνατο..- μα όπως πάντα εμφανίζονται οι Θεοί και βάζουν το ''χεράκι'' τους..- τη μεταμόρφωσαν σε δέντρο της ελπίδας..την έκαναν αμυγδαλιά την όμορφη Φυλλίδα..αιώνες τώρα από μόνη της..είναι η ανάγκη της η εσωτερική..που την ωθεί ..στα βιαστικά..μες στο Χειμώνα..στους αέρηδες..στο κρύο και στην παγωνιά..την Άνοιξη να αναζητεί..στις πόρτες μας να φέρει.. Έτσι απλά..για να χαρίσει με τη γλύκα της των λουλουδιών..σε άλλες όμορφες ζωές της φύσης μας..στις πεταλούδες..στα μελίσσια  που την τριγυρνούν..μέλι για να ετοιμάσουν..Ζηλεύω της της αμυγδαλιάς τα άνθια της τα ροζ και τ' άσπρα..μήτε πτοούνται .. μήτε σκιάζονται..στον παγωμένο το ''διάδρομο'' του καιρού της παγωμένης του Χειμώνα εποχής.. να βγαίνουν στο σεργιάνι..Και έτσι δίνοντας και παίρνοντας απ' τον καιρό.. το τσουχτερό το κρύο και την παγωνιά αψηφά.. η ''νύφη'' του Χειμώνα αυτή..η στολισμένη αμυγδαλιά..

 Φόρεσα τη ζακέτα μου και βγήκα απ' το πρωί στον ήλιο της ..της μέρας που εφαίνονταν ακόμα φωτεινή...εμύρισα και μάζεψα τα αγριολούλουδα μαζί με μυρωδιές.. γέμισα και τα βλέφαρα με χρώματα απ' τη γωνιά των χειμωνιάτικων των λουλουδιών .. εκοίταξα τις όμορφες βιολέτες μου..κι έπειτα..κρύωσα..μαζεύτηκα και  στάθηκα εκεί..στο ανοιγμένο μου παράθυρο..την ομορφιά της να αγναντέψω..Να σουλατσάρουν τα όνειρά μου τα άφησα..στης γειτονιάς μου της παλιάς..εκείνα τα σοκάκια..Κάθε που επιστρέφω εκεί..θέλω να κοινωνάω τη ζωή..εκείνη την αληθινή..που η φύση μόνο ξέρει να ''τρατάρει''...

Ο τόπος τούτος όλος ήτανε γεμάτος με αμυγδαλιές..πριν να κοπεί οικόπεδα να γίνει..Τις κόψαμε όλες να χτιστούνε τα μπετά απ' τα σπίτια μας..και κράτησα μονάχα μία στη γωνία..Έτσι να μου θυμίζει το τοπίο που μας μάγεψε..και αποφασίσαμε να χτίσουμε το σπίτι μας σε εκείνο εκεί τον τόπο..Τώρα χάθηκαν τα λιβάδια αυτά με τις αμυγδαλιές και τις βερυκοκιές..που ο κτηματίας χρόνια διατηρούσε..Στέκομαι εκεί και την κοιτώ..δεν τον φοβάται το βοριά..ολάνθιστη ..καμαρωτή..δε σκέφτεται αν απ' την τόση παγωνιά ''καεί''.Τολμάει λέω μέσα μου ψιθυρίζοντας..κοίτα την πως τολμάει.. αγέρωχη..επίμονη..την Άνοιξη καλεί..

Στρέφω το βλέμμα και τη σκέψη μου στη λεωφόρο του σπιτιού..που είναι τα πεζοδρόμια γεμάτα νεραντζιές..όπως παλιά..που οι δρόμοι εφυτεύονταν για να μοσχοβολούν..Μια θλίψη όμως με διαπερνά..η ψυχούλα μου σκοντάφτει..δεν είναι που τα χρόνια μας περνούν .. ούτε και ο καθρέφτης με φοβίζει.. μα να ..ρολλά κατεβασμένα ..καταστήματα κλειστά..παντού λουκέτα να πληθαίνουν..Κι εκεί έξω απ' το φούρνο μας της γειτονιάς.. χέρια απλωμένα ζητιανιάς.. χέρια της προσβολής και της ταπείνωσης του ανθρώπου..

Όχι δεν θέλω τα ''σκοτάδια'' τους..την πλάτη τους γυρίζω..Δεν είναι αυτή η Ελλάδα που με γέννησε και αγάπησα..ζητάω πίσω την ελευθερία του μυαλού μου..Θέλω να είμαι άφοβη..σαν εκείνη την αμυγδαλιά του κήπου μου.. που Άνοιξη προκαλώντας επιμένει για να πάρει..Όχι..αρνούμαι  κατηγορηματικά..δε θα τα αφήσω τα άγαρπα πινέλα τους με γκρίζο να μου χρωματίσουνε την Άνοιξη.. που τόσο καρτερώ..Θα βάψω εγώ με ροζ σαν της αμυγδαλιάς..με τα πινέλλα της δικής μου της ψυχής..τα λιβάδια της καρδιάς μου.. Όχι..ποτέ μου δε χαλάω τη φωλιά..που χτίζουν κάθε Άνοιξη..κάτω από το μπαλκόνι της μικρής μου κοπελιάς..όχι θα περιμένω πάλι και ξανά..να 'ρθουν στην πόρτα μου τα ''τιτιβίσματα'' από τα χελιδόνια..τα ''τιτιβίσματα'' τα γνώριμα εκείνα της ψυχής μου..

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη
.............................................................................................................

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου