23 Σεπτεμβρίου 2016

Το πεισματάρικο νούφαρο - της Σοφίας Θεοδοσιάδη.

Ήτανε μια φορά κι έναν καιρό..ένας βαρκάρης ..που ολημερίς εψάρευε..σε μια λίμνη όμορφη ..γεμάτη νούφαρα μια λίμνη...Ποτέ του δεν τα επλησίαζε αυτά..φοβότανε μην τύχει και τα ξεριζώσει.. Μην τύχει κι άθελά του τα κουπιά της βάρκας του..πέσουνε βίαια επάνω σε αυτά..και τα γεμίσουν  τραύματα..μη τύχει και τα  πληγώσουνε ..ποτέ του δε θα ήθελε αυτά να  τραυματίσουν.. Μα κάποια μέρα ο ψαράς δεν άντεξε..και μπήκε μόνος του στον πειρασμό..ένα απ' αυτά τα όμορφα τα νούφαρα..να το πλησιάσει να το χαϊδέψει θέλησε και να το ξεριζώσει...Ήθελε να το πάρει σπίτι του..να το φυτέψει σε μια γλάστρα..να το ποτίζει κάθε πρωινό και κάθε βράδυ να το καμαρώνει..Μα δεν ήξερε ο δόλιος ο ψαράς..πως τα φυτά αυτά τα νούφαρα με τα όμορφα και τα ξεχωριστά τους άνθια..δε ζούνε ποτέ σε γλάστρες τόσο πολύ μικρούλες και στενές..ούτε σε χώματα τις ρίζες ακουμπάνε.. Έχουνε  ρίζες μόνο μέσα στο νερό..κινούνται ελεύθερα και δεν περιορίζονται ποτέ..κι αν τόλμησε ποτέ κανείς για να τα ξεριζώσει..εκείνα εμαράθηκαν ευθύς...και χάσανε τη λάμψη τους..και ποτέ δεν ξανανθίσαν..

Μα ο επίμονος ψαράς..δεν άντεχε χωρίς αυτό και επάτησε τον όρκο του που έλεγε..πως εκεί..μέσα στα καθαρά νερά της λίμνης του μοναχά.. θα το χαϊδεύει και θα το κοιτά..και ποτέ του δεν θα το ξεριζώσει...Επάτησε τον όρκο του και το ξερίζωσε..Το εξερίζωσε..το πήρε σπίτι του..το φύτεψε στην πιο όμορφη τη γλάστρα του...κι ολημερίς το πότιζε μην τύχει και χαλάσει..Δεν άντεξε πολύ καιρό εκεί..το όμορφο.. το μεταξένιο νουφαράκι..Λες και κατάλαβε από μοναχό..πως ο ψαράς δεν νοιάζονταν γι αυτό..παρά μονάχα για τη δική του την καρδιά..για το δικό του εγωισμό..για τη δική του ευχαρίστηση..τις ρίζες του διέλυσε..κι όταν αυτό εμαράθηκε..το πέταξε ακόμα παραπέρα..

Εθύμωσε πολύ o ψαράς.. που αυτό δεν άντεξε..μέσα στο ξένο.. το εχθρικό και το αφιλόξενο το  περιβάλλον...Πως να αντέξει ένα φυτό που λούζεται καθημερινά μέσα σε λίμνες και νερά απέραντα.. μέσα σε ένα κουβαδάκι...? Μα ούτε και τον ένοιαξε..την άλλη μέρα άλλο εξερίζωσε..και  το 'φερε ξανά στο σπίτι του μπροστά..Κανένας δεν του μίλησε για τον ξεριζωμό αυτό..κανένας δεν του έμαθε να σκύβει και να αφουγκράζεται..τη μουσική της λίμνης και τα τραγούδια που έλεγαν εκεί..τις φεγγαρόλουστες βραδιές.. σαν καθρεφτίζονταν στης λίμνης τα νερά..τα μεταξένια νουφαράκια..

Του μοιάζαν ταπεινά και ασήμαντα τα λούλουδα αυτά..μα κανένα από τα άνθια του κήπου του δεν είχανε την εμορφάδα τους και συνεχώς τα ζήλευε και να τα κόψει ..απερίσκεπτος καθώς εφαίνονταν δεν σκέφτονταν ποτέ ..τον πόνο που τους προκαλούσε...Εμοιάζανε πολύ ευαίσθητα αυτά..μα ήτανε πολύ ανθεκτικά..και αιώνες τώρα απ' τα παράριζα ..που έμεναν στης λίμνης τα νερά..επολλαπλάσιάζονταν..και φύτρωναν ξανά..Λατρεύτηκαν και ζωγραφίστηκαν από όλους τους λαούς...γιατί εκρύβαν μέσα τους..πάνω στα ανθεκτικά τους φύλλα..και στα πέταλα του άνθους τους..μια εμορφάδα ξεχωριστή...και μια αγνότητα μεγάλη..που στους ανθρώπους πολύ άρεσε..γι αυτό και αυτά τα λούλουδα τα νούφαρα..εσυμβολίζανε και Νύμφες..και της αγνότητας και της Παρθενίας της ψυχής..λογίζονται φυτά...

Τώρα εγέρασε πολύ ο ψαράς..έμεινε η βάρκα έρημη στη μέση εκεί της λίμνης..Κανένας δεν την μάζεψε..εσπάσανε και τα κουπιά.. Μα το μικρό το νουφαράκι είχε ένα μυστικό...είχε απλωτές τις ρίζες του.. έτσι το έφτιαξε ο Πλάστης του..για να μη χάνεται ποτέ..επέπλεαν πάντα οι ρίζες του  μέσα εις το νερό..και εταξίδευαν σε όλες τις γωνιές της...Κι έτσι το νουφαράκι ξαναφύτρωσε εκεί στης λίμνης τη γωνιά.. και στέκει πάντα λαμπερό...βρήκε ξανά τη λάμψη του..όταν τις ρίζες του εξαναμάζεψε και τις ξαναάπλωσε στα καθαρά νερά.. Ήταν πολύ επίμονο και πεισματάρικο..επέμενε την ομορφιά του να σκορπάει..





Κι αυτός..ο ονειροπόλος..ο βαρκάρης..ο ψαράς...που την ομορφιά ελάτρευε και αγάπαγε ιδιαίτερα.. βαθιά...ήταν αλλιώτικος βαρκάρης και ψαράς... γιατί ήτανε και ο ίδιος όμορφος πολύ..την ομορφιά την είχε φυτεμένη στην καρδιά του..κάποια απόβραδα που εκατέβαινε εκεί τρικλίζοντας.. αναπολούσε ..κοίταζε τώρα θλιμμένα πια.. μα δεν  τολμούσε..πάλι τις ρίζες του να βγάλει..ίσως σοφός ..καθώς εμεγάλωσε και έγινε..να εκατάλαβε..πως νουφαράκια αυτός στην πόρτα του μπροστά ..ποτέ του δεν μπορεί για να φυτεύει και να έχει..γιατί μέσα στις γλάστρες του μονάχα τα  γεράνια ευδοκιμούν...

Μα πάντα μες στην καρδιά του θα 'χει και θα αναπολεί..το μεταξένιο χρώμα που εζωγράφιζε τ' ασήμαντο.. μα τόσο λαμπερό...το πεισματάρικο και επίμονο.. που φύτρωνε χρόνια ατέλείωτα στης λίμνης τον αφρό..και στης ψυχής του εκεί τις ρίζες..εκείνο το ξεριζωμένο νουφαράκι...που μοναχό του εφυτεύτηκε στα σπλάχνα του βαθιά... !!!

Κείμενο - Σοφία Θεοδοσιάδη.
............................................................................................................

Αρλέτα - το τραγούδι της λίμνης (ο γλάρος)

                                                                 

Μεσ’ στο νερό ψάρι χρυσό γλιστράς
κι εγώ ψαράς με δίχτυ αδειανό
Θάλασσα εσύ κι εγώ ο ναυαγός σου
Στην αγκαλιά σου πεθαίνω και ζω

Είσαι νοτιάς κι εγώ πουλί χαμένο
Εκεί που θέλεις με πηγαίνεις, με πετάς
Είσαι βοριάς, παγώνεις τα φτερά μου
Κι ύστερα μ’ ένα φιλί ψηλά με πας

Κρατάς εσύ τιμόνι και πανιά
Κι εγώ παιδί χαμένο μοναχό
Μάγισσα εσύ κι εγώ ακόλουθός σου
Χωρίς εσένα δεν ξέρω να ζω

Είσαι νοτιάς κι εγώ πουλί χαμένο
Εκεί που θέλεις με πηγαίνεις, με πετάς
Είσαι βοριάς, παγώνεις τα φτερά μου
Κι ύστερα μ’ ένα φιλί ψηλά με πας.

Στίχοι:  
Αρλέτα
Μουσική:  
Ελένη Καραΐνδρου

1.Αρλέτα

............................................................................................................. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου